Οι γειτονιές μας δεν είναι τυχαία φτιαγμένες. Η πολεοδομία και οι Δήμοι έχουν φροντίσει και προσπαθούν να τις χρησιμοποιούμε σύμφωνα με τις κρατικές εντολές και τις επιθυμίες της μεσαίας τάξης. Αν βλέπαμε μόνο ό,τι θα ήθελαν όσοι σχεδιάζουν τους δρόμους και τις πλατείες, θα βλέπαμε απευθείας μετακίνηση από και προς στην δουλειά, εύκολη πρόσβαση από την αστυνομία σε κάθε άκρη του αστικού ιστού και ελεγχόμενο προαυλισμό για την επιτρεπτή μας διασκέδαση. Στα Βόρεια, που εμείς τριγυρνάμε και υπάρχουμε, αυτή η ιδέα παίζει πολύ. Τίποτα να μην διαταράσσει την ησυχία πέρα από τις πρωτοβουλίες του Δήμου και των φίλων του. Η κουλτούρα της μεσαίας τάξης προσπαθεί να κάνει κουμάντο χέρι-χέρι με τις δημοτικές παρατάξεις, την αστυνομία και τα αφεντικά μας. Αυτή η ιδέα είναι μια άκρως πολιτική ιδέα. Οι γειτονιές μας θα πρέπει να είναι απλά το μέρος που περιμένουμε τον χρόνο να περάσει, μέχρι να πάμε στην δουλειά ή το σχολείο και πάλι πίσω. Αυτή η ιδέα κάνει ό,τι μπορεί για να πάρει τον έλεγχο του δημόσιου χώρου και να επιβάλλει σε όσους ασφυκτιούν να το βουλώνουν.
Όμως αυτό το σχέδιο έχει ένα μικρό πρόβλημα. Θέλει όσες και όσοι δεν το γουστάρουν και πιέζονται, να κάτσουν να το φάνε στα μούτρα χωρίς αντίδραση. Και τις φορές που αυτό συμβαίνει, τότε όλα καλά. Αλλά δεν είναι πάντα έτσι. Γιατί δεν έχουμε κατρακυλήσει ακόμα στην μοναξιά και την μιζέρια. Όποιος παρατηρεί θα δει πάρκα, πλατείες και πέταλα να έχουν ζωή και να γίνονται σημεία που βρισκόμαστε και ψάχνουμε τρόπους να εντοπίζουμε τα κοινά μας και να μιλάμε για τα ζόρια μας. Καβάτζες που γεμίζουν ζωή και νότες τα βράδια. Είναι ζωντανές οι γειτονιές μας και δεν θα μπορούσαν να είναι αλλιώς αφού η μεσαία τάξη και οι ρουφιάνοι της δεν παίζουν μόνοι τους. Και αυτό μας κάνει να μοιάζουμε σε κάθε γειτονιά. Οτι βρίσκουμε αυτά τα μέρη και τα ζωντανεύουμε με τους όρους μας. Ξέρετε για ποια μέρη μιλάμε, για αυτά με τα περίεργα ονόματα. Που αν πας να τα πεις με την επίσημη ονομασία, αν έχει καν, θα σε κοιτάξει μια ντόπια παρέα σαν χαζό. Καβάτζες, εγκαταλελειμμένα, πλατείες και κάθε λογής σποτ που έχει άλλη ζωή την μέρα και άλλη την νύχτα. Όσο πιο περίεργο το μέρος, τόσο πιο πολύ μας τραβάει σαν μαγνήτης.
Αυτά είναι τα μέρη κάθε γειτονιάς που μας φιλοξένησαν στην καραντίνα, όλες εμάς που δεν μείναμε σπίτι, όλους εμάς που δεν φάγαμε αμάσητη την κρατική εντολή να μπούμε φυλακή. Τους δίνουμε ζωή και αυτά μας δίνουν πίσω τρόπους να γνωριζόμαστε, να βγάζουμε έξω τις χίλιες κουλτούρες και τις χίλιες γλώσσες μας και να μιλάμε για τα ζόρια μας σε καιρούς που αυτό απαγορεύεται. Οι γειτονιές μας έχουν δύο όψεις, μία πάνω και μία κάτω. Εκεί ακριβώς είναι που η εφευρετικότητα μας, η εφευρετικότητα της πολυεθνικής εργατικής τάξης, δίνει ζωή σε αυτή την κάτω όψη. Κάτι τόνοι τσιμέντο σχηματίζουν μια σκάλα που ενώνει δύο φαινομενικά άκυρα μεταξύ τους σημεία και δεν περνάει ποτέ κανείς. Να όμως, που μπορεί να φιλοξενήσει ένα open mics, να ενώσει γειτονιές και ανθρώπους με τόσο παρόμοιες ζωές, παρόμοια ζόρια και παρόμοιους εχθρούς.
Σε ένα τέτοιο μέρος, λοιπόν, διοργανώσαμε και τα εν λόγω open mics. Στα γκρι σκαλιά στον Χολαργό. Και βρήκαμε φίλες που βγάλαμε μαζί την καραντίνα, φίλους από άλλες γειτονιές που μοιραζόμαστε παρόμοια μυαλά ενώ γνωρίσαμε και πολλούς καινούριους. Αλλά πάνω από όλα θυμηθήκαμε ξανά ότι εμείς και οι δικοί μας θα δίνουμε πάντα ζωή σε τέτοια σποτ και ότι αν δεν οργανωνόμαστε να μιλάμε και να πράττουμε κόντρα στους φασίστες, στα αφεντικά μας, τους μπάτσους και το κράτος, τότε κανείς δεν θα το κάνει για εμάς.
Comments